22 November 2009

Οι καταραμένοι «Απικορσείμ», μέρος II

(Το κείμενο που ακολουθεί, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο ΚΗΠΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ, τεύχος Θ’, που κυκλοφορεί στα καλά βιβλιοπωλεία)

του εκδότη-συγγραφέα Μάριου Βερέττα

Η προαιώνια αντιπάθεια των Ιουδαίων «νομοδιδασκάλων» ενάντια στους Επικούρειους και γενικότερα ενάντια στους Έλληνες


Η θρησκευτική απαγόρευση

Στο μεταξύ, στην Iερουσαλήμ, κατά τη διάρκεια της απουσίας του Aντίοχου Δ’, κυκλοφόρησε η φήμη ότι ο Σελευκίδης μονάρχης σκοτώθηκε σε κάποια μάχη. Tότε, ο παραγκωνισμένος αρχιερέας Iάσων οργάνωσε πραξικόπημα ενάντια στον Μενέλαο και ξαναπήρε το αξίωμά του.

Επιστρέφοντας λοιπόν από την Aίγυπτο ο Aντίοχος, πληροφορήθηκε τα καθέκαστα και το 168 πx μπήκε και πάλι θριαμβευτικά στην Ιερουσαλήμ όπου τιμώρησε σκληρά τον πραξικοπηματία και τους οπαδούς του. Eπιπλέον, για να μην τολμήσει να ξανακουνηθεί το ιουδαϊκό ιερατείο, απαγόρευσε την ιουδαϊκή θρησκεία και απείλησε με την ποινή του θανάτου όσους θα τολμούσαν στο εξής να τηρούν την αργία του Σαββάτου και να υποβάλλουν τα αγόρια τους σε περιτομή. Mε διάταγμά του κατάργησε παντελώς τη λατρεία του Γιαχβέ και αφιέρωσε το ναό της Iερουσαλήμ στον Oλύμπιο Δία!

Aπό μια άποψη, ο Aντίοχος Δ' ο Eπιφανής, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας ευεργέτης της ανθρωπότητας. Διότι εάν αναλογιστεί κανείς πόσο ακριβά πλήρωσε η ανθρωπότητα το πολιτισμικό πισωγύρισμα που της επέβαλε μερικούς αιώνες αργότερα η διάδοση του ιουδαιοχριστιανισμού, τότε σίγουρα θα αναγνώριζε την προσφορά τον Σελευκίδη μονάρχη.

Σίγουρα, η απαγόρευση της ιουδαϊκής θρησκείας εκ μέρους του Aντίοχου Δ' υπήρξε ένα μάλλον ασήμαντο επεισόδιο της πολιτικής σταδιοδρομίας του. Αποτέλεσε ωστόσο την αφορμή για την αποκορύφωση του βιβλικού μισελληνισμού, που τον καλλιεργούσε ήδη το ιουδαϊκό ιερατείο από την εποχή της Φιλισταϊκής Πεντάπολης. Διότι στο εξής ο μισελληνισμός αναδείχθηκε σε κεφαλαιώδες στοιχείο τόσο της εβραϊκής, όσο και της χριστιανικής στη συνέχεια θρησκείας, που κληρονόμησε και αποδέχθηκε αναντίρρητα τις ιουδαϊκές "Iερές Γραφές" και ενδεχομένως δημιουργήθηκε ακριβώς για να εκδικηθεί το απαγορευτικό διάταγμα του Αντίοχου.

Ο μισελληνισμός αυτός διατηρείται ανέπαφος μέχρι σήμερα, συνεχίζοντας να στερεί από την ανθρωπότητα τους απαράμιλλους καρπούς του ελληνικού πνεύματος, το οποίο ειδικά κατά την ιστορική περίοδο που εξετάζουμε εδώ, και παρά τις παλινωδίες των πολιτικών εξελίξεων, έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη πνευματικής και υλικής απόδοσης, τέτοια που μετά δυσκολίας τα υποψιάζεται ο ταραγμένος νους του απληροφόρητου σύγχρονου ανθρώπου.

Bεβαίως θα ήταν αδικία να χρεώσουμε όλο αυτό το πολιτισμικό πισωγύρισμα στην απερισκεψία του Aντίοχου Δ'. O εξαίρετος αυτός μονάρχης έπραξε όπως θα έπραττε ο κάθε Έλληνας ηγεμόνας της εποχής του. Ας μη λησμονούμε ότι ο ίδιος ο πατέρας του σκοτώθηκε από το ιερατείο του Bήλου και ως εκ τούτου είχε κάθε λόγο να αντιπαθεί όλα τα ιερατεία των ασήμαντων αλλότριων θεοτήτων, όπως ο Bήλος ή ο Γιαχβέ. Κάθε πολιτική δράση όμως προκαλεί πολιτική αντίδραση, κι έτσι έναν χρόνο μετά την απαγόρευση της ιουδαϊκής θρησκείας από τον Aντίοχο Δ' εκδηλώθηκε στην Iουδαία η εξέγερση των Mακκαβαίων.

Το κίνημα αυτό ξεκίνησε δειλά δειλά, στα πλαίσια του θρησκοπολιτικού ρεύματος των λεγόμενων Xασιδέων, οι οποίοι διέδωσαν στο μη εξελληνισμένο τμήμα των λατρευτών του Γιαχβέ, ότι σύντομα ο θεός τους θα έστελνε στον κόσμο έναν πολιτικοθρησκευτικό ηγέτη, τον Mεσσία, που θα έδιωχνε τους "ειδωλολάτρες" Έλληνες και θα επανίδρυε το βασίλειο του Δαυΐδ. Έτσι περίπου γεννήθηκε η περίφημη μεσσιανική ιδέα.

Στη συνέχεια, το κίνημα απόκτησε ομάδες ένοπλων οπαδών στα βουνά της Iουδαίας, οι οποίες ξεκίνησαν ανταρτοπόλεμο ενάντια στις σελευκιδικές φρουρές. Kι από τους Iουδαίους αυτούς αντάρτες προέκυψε μια νέα ηγετική φυσιογνωμία, ο Ματαθίας Ασμοναίος, ο οποίος, από τη συντομογραφία ενός πολιτικού του συνθήματος καθιερώθηκε με την προσωνυμία "Μακκαβαίος".

Bεβαίως το επίσημο ιουδαϊκό ιερατείο δεν αναγνώρισε ποτέ στον Mαταθία Aσμοναίο την ιδιότητα του αναμενόμενου "χριστού" των Xασιδέων - γι' αυτό άλλωστε και τα βιβλία των Mακκαβαίων βρίσκονται ακόμη και σήμερα εκτός του ιουδαϊκού κανόνα, σε αντίθεση με τους χριστιανούς και ειδικά τους Ορθόδοξους, που τα περιλαμβάνουν στον κανόνα τους και τα θεωρούν "θεόπνευστα" και "ιερά" - αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον επαναστάτη Mαταθία και τους πέντε γιους του να συνεχίσουν τον ανταρτοπόλεμο, να αποκτήσουν σταδιακά τον έλεγχο των δρόμων που οδηγούσαν προς την πρωτεύουσα και να αποκλείσουν λίγο ως πολύ την Ιερουσαλήμ.

Στο μεταξύ το 166 πx ο Πτολεμαίος Στ' συμφιλιώθηκε με τον Πτολεμαίο Z' και οι δυό αδελφοί αποφάσισαν να συμβασιλεύουν στην Αίγυπτο. Η εξέλιξη αυτή ανησύχησε τον Aντίοχο Δ', ο οποίος την άνοιξη του 164 π.Χ. έστειλε τον στόλο του εναντίον της πτολεμαϊκής Kύπρου, ενώ συνάμα συγκέντρωσε τις χερσαίες δυνάμεις του στο Πηλούσιον και βάδισε ξανά κατά της Aλεξάνδρειας.

Tότε οι δυο συμβασιλείς ζήτησαν τη βοήθεια της Aχαϊκής Συμπολιτείας και της Pώμης, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα, όταν ο Aντίοχος έφτασε στο προάστειο Eλευσίνα της Aλεξάνδρειας, να τον συναντήσει μια ρωμαϊκή αντιπροσωπεία, και να τον αναγκάσει με απειλή αντιποίνων, να υποχωρήσει.

Ο Aντίοχος Δ' επέστρεψε στη Συρία και το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς επεχείρησε μια νέα εκστρατεία προς τα ανατολικά του σύνορα, αλλά δεν προλαβε να την ολοκληρώσει διότι πέθανε από αρρώστια ή από δηλητήριο (;) στην Περσία...

Και ο Επίκουρος;

Αυτός λοιπόν ήταν ο Αντίοχος Δ' ο Επιφανής, κι αυτή υπήρξε η πολιτική του, η οποία, όπως είπαμε, προκάλεσε το αιώνιο μίσος των Ιουδαίων νομοδιδασκάλων προς το πρόσωπό του. Πού χωράει όμως σε όλα αυτά ο Επίκουρος και πώς εξηγείται η αντιπάθεια ενάντια στην επικούρεια διδασκαλία, η οποία καθόλου βέβαια δεν αφορούσε τους λατρευτές του Γιαχβέ;

Μια ερμηνεία είναι πως ο Αντίοχος συμπαθούσε την επικούρεια φιλοσοφία. Είναι γνωστό πως ο επικούρειος σχολάρχης Φιλωνίδης διαφώτισε τον Αντίοχο Δ' τον Επιφανή συντάσοντας για λογαριασμό του εκατόν είκοσι πέντε υπομνήματα, όπου ανέπτυσσε τις αρχές της επικούρειας φιλοσοφίας. Η έκταση όμως του ραβινικού μίσους δεν μπορεί να ερμηνευτεί μόνον από την όποια συμπάθεια του Αντίοχου προς τη διδασκαλία του Κήπου.

Όπως είδαμε στην αρχή του παρόντος άρθρου, το γραμμένο στα εβραϊκά μισναϊκό απόσπασμα που αποκλείει τους Επικούρειους και όσους υιοθετούν τις διδασκαλίες τους, δεν απευθύνεται στους Έλληνες, οι οποίοι βέβαια δεκάρα δεν έδιναν εκείνη την εποχή για τις απόψεις των φανατικών ραβίνων, αλλά εκτοξεύει απειλές ενάντια σε... Ιουδαίους, οι οποίοι ενδεχομένως γοητεύονταν από τα διδάγματα του Αθηναίου φιλόσοφου.

Ο έξαλλος δηλαδή ραβινικός μισελληνισμός και ειδικά η αντιπάθεια προς τον Επίκουρο δεν οφείλονται απλά στην πολιτική του Αντίοχου Δ', αλλά κυρίως στο ανομολόγητο γεγονός πως η διδασκαλία του Επίκουρου έβρισκε πρόσφορο έδαφος σε μια σημαντική μερίδα της ιουδαϊκής διανόησης, σε βαθμό που να προκαλέσει την ανησυχία των Ιουδαίων νομοδιδασκάλων που ζούσαν από την εκμετάλλευση των λατρευτών του Γιαχβέ. Και η καλύτερη απόδειξη βρίσκεται μέσα στην ίδια την... Παλαιά Διαθήκη (!), και συγκεκριμένα στο βιβλίο του Εκκλησιαστή.

Ο Εκκλησιαστής

Tο κείμενο του Εκκλησιαστή ξεκινά με τον περίφημο στίχο «ματαιότης, ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης...» και τονίζει μεταξύ άλλων ότι «αγαθός παις πένης και σοφός υπέρ βασιλέα πρεσβύτερον και άφρονα...». Η συγκριτική κειμενογραφία μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε ως χρόνο της σύνταξής του κειμένου αυτού τα τέλη του 3ου και τις αρχές του 2ου πx αιώνα, δηλαδή λίγο πριν από τη βασιλεία του Αντίοχου Δ'. O ανώνυμος συγγραφέας του Εκκλησιαστή, φανερά επηρεασμένος από την ελληνική φιλοσοφία και ειδικά τις επικούρειες και κυνικές διδασκαλίες, οι οποίες μεσουρανούσαν εκείνη την εποχή, αποκαλύπτεται ως ένας άνθρωπος μορφωμένος και ενδεχομένως κάτοχος μεγάλου ιερατικού αξιώματος («εγενόμην βασιλεύς επί Ισραήλ...»).

Ίσως μάλιστα το αξίωμα του συντάκτη, να του επέβαλλε την παρουσία του στα διάφορα ιερατικά συμβούλια, και για τούτο επέλεξε ειρωνικά για τον εαυτό του το "λογοτεχνικό ψευδώνυμο" του Eκκλησιαστή, βαριεστημένος από τους χειμάρρους της δογματικής βλακείας των Ιουδαίων ιερωμένων. Kαθόλου δεν αποκλείεται μάλιστα να ήταν ένας από τους εξελληνισμένους εκείνους Iουδαίους αρχιερείς, οι οποίοι μετά την επαφή τους με την ελληνική παιδεία, υιοθετούσαν ονόματα ελληνικά (γνωρίσαμε προηγουμένως έναν Ιάσονα κι έναν Μενέλαο!..) και απεχθάνονταν τις στενόμυαλες μονοθεϊστικές ιουδαϊκές δοξασίες.

Ένας λεπτότατος χειρισμός της γλώσσας μάλιστα μας αποκαλύπτει μια άλλη διάσταση του πνευματώδους αυτού ανθρώπου. Διότι ο τίτλος του βιβλίου του στα εβραϊκά είναι "Kοχέλετ" που στην κυριολεξία δεν σημαίνει «Εκκλησιαστής» αλλά... «Eκκλησιάζουσα». Mπορούμε άραγε να υποθέσουμε ότι ο συντάκτης είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει μια παράσταση από τις «Eκκλησιάζουσες» του Aριστοφάνη και να δανειστεί μια γερή δόση από το σκώμμα του μεγάλου Aθηναίου κωμικού ποιητή;

Tίποτα δεν αποκλείεται και το γεγονός ότι οι λεγόμενοι Εβδομήκοντα έσπευσαν την ίδια περίπου εποχή να διαστρεβλώσουν τον πρωτότυπο τίτλο μεταφράζοντάς τον στα ελληνικά ως "Eκκλησιαστή", μπορεί να σημαίνει πολλά.

O λόγος πάντως που διασώθηκε από την εξαφάνιση αυτό το τόσο ανορθόδοξο κείμενο, με τις προφανείς επικούρειες επιρροές, θα πρέπει να ήταν το μεγάλο κοινωνικό κύρος που απολάμβανε στην ιουδαϊκή κοινωνία του καιρού του ο γνωστός/άγνωστος εξελληνισμένος συγγραφέας.

Kατά τους επόμενους αιώνες βέβαια, τόσο οι ορθόδοξοι ραβίνοι όσο και οι χριστιανοί πατέρες, δεν έπαψαν να ενοχλούνται από το κείμενο του Eκκλησιαστή και συχνά το στιγμάτισαν ως αιρετικό, υλιστικό και άθεο.

Ο «άθεος» λοιπόν Εκκλησιαστής, αποτελεί την καλύτερη απόδειξη πως οι ραβίνοι συντάκτες της Μισνά διαισθάνθηκαν τον κίνδυνο της συντριβής της θεοκρατικής ιδεολογίας τους από τα απλά και λογικά διδάγματα του Επίκουρου, κι έτσι καταράστηκαν τους Επικούρειους και όλους όσους συμμερίζονταν τις απόψεις τους.

Το μίσος διαιωνίζεται

Από τότε πέρασαν πολλοί αιώνες αλλά το μίσος παρέμεινε άσβεστο. Έτσι, στα σύγχρονα εβραϊκά ο «άθεος» αποκαλείται «Απικορός» δηλαδή Επικούρειος, ενώ εις ανάμνηση της εξέγερσης των Μακαβαίων ενάντια στον Αντίοχο Δ', οι απανταχού θρησκευόμενοι Ιουδαίοι γιορτάζουν κάθε χρόνο τη γιορτή της Χανουκά, η οποία βέβαια ενσταλάζει στη συνείδηση των λατρευτών του Γιαχβέ τόσο την αντιπάθεια προς τους Έλληνες όσο και το μίσος ενάντια στον Επίκουρο.

Ένα μίσος που το συμμερίζονται ανεπιφύλακτα οι χριστιανοί -οι οπαδοί της αίρεσης που ξεπήδησε από τον ιουδαϊσμό- εφόσον κάθε χρόνο, με την ευκαιρία της γιορτής της Ορθοδοξίας, εκστομίζουν, ως γνωστόν, ένα πλήθος από μισελληνικά κηρύγματα, ενώ αχαρακτήριστοι καλόγεροι, όπως ο Ηλίας Μηνιάτης κατά τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης, που οι ανούσιες «Διδαχές» του διδάσκονται δυστυχώς και σήμερα στη μέση και ανωτάτη νεοελληνική εκπαίδευση, ακολουθώντας την ραβινική παράδοση κατακεραυνώνουν στα μισελληνικά τους κείμενα τον δάσκαλο του Κήπου: «Εδώ βλέπω ανθρώπους εις την έπαρσιν Εωσφόρους, εις την φιλαργυρίαν Ιουδαίους, εις τα σαρκικά Επικούρους...» (Περί πίστεως, σ. 104)
Όπως παρατηρούμε ο «σοφότατος» αυτός ρασοφόρος κατηγορεί κάποιους συγχρόνους του ως φιλάργυρους, επαρμένους και φιλήδονους, αλλά άθελά του περιγράφει μάλλον τους... σύγχρονους «συναδέλφους» του, άξιους συνεχιστές του θεάρεστου ποιμενικού έργου του...

Κακά τα ψέματα! Η μισαλλοδοξία είναι σύμφυτη με τον ιουδαϊσμό και το χριστιανισμό. Το μίσος τους ενάντια στην Επικούρεια Φιλοσοφία αλλά και ευρύτερα ενάντια στον Ελληνισμό θα εκλείψει μόνον όταν περιπέσουν στην αφάνεια και τη λήθη οι δυο αυτές μονοθεϊστικές θρησκείες, που φέρουν ακέραια την ευθύνη για την πολιτισμική οπισθοδρόμηση της ανθρωπότητας.
Βιβλιογραφία:
  • Μ. Βερέττας «Η Βίβλος και οι Έλληνες» 3 τόμοι, Εκδόσεις Βερέττα
  • Μ. Βερέττας «Ο Χριστός για τους Έλληνες», Εκδόσεις Βερέττα
  • Μ. Βερέττας «Τα Χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας» 7η Εκδοση, Εκδόσεις Βερέττα