17 January 2007

Διάσπαση ατόμου και πυρηνική βόμβα, μέρος II

(Το πρώτο μέρος βρίσκεται εδώ!)

Το έτος 1942 πέτυχε ο Ιταλός φυσικός Enrico Fermi (Φέρμι, 1901-1954) την πρώτη ελεγχόμενη πυρηνική αλυσωτή αντίδραση σε ένα πυρηνικό αντιδραστήρα στο Σικάγο. Ο Φέρμι είχε ανακαλύψει ήδη το έτος 1934 ότι με βομβαρδισμό των πυρήνων με νετρόνια (ουδετερόνια) εξελίσσονται οι πυρηνικές διεργασίες πολύ αποδοτικότερα. Το 1938 είχε απονεμηθεί στον Φέρμι το βραβείο Νόμπελ φυσικής.

Από την ανακοίνωση του Niels Bohr στις αρχές του 1939 στην επιστημονική κοινότητα του πανεπιστημίου Princeton και των ΗΠΑ γενικότερα, ότι πραγματοποιήθηκε στη Γερμανία διάσπαση πυρήνων ουρανίου, μόλις το έτος 1942 ανατέθηκε από την αμερικάνικη κυβέρνηση το Σχέδιο Manhattan στον Αμερικάνο φυσικό J. Robert Oppenheimer (Οπενχάιμερ, 1904-1967). Λίγο αργότερα συζητήθηκε σε μια συνάντηση επιστημόνων και υπηρεσιακών παραγόντων της αμερικάνικης κυβέρνησης η σημασία και οι επιπτώσεις αυτού του επιστημονικού εγχειρήματος.

Οι Ούγγροι πυρηνικοί φυσικοί Leo Szilard, Edward Teller και Eugene Wigner που είχαν διαφύγει στην Αμερική από το φιλοναζιστικό καθεστώς στη χώρα τους, ήταν βέβαιοι ότι οι Γερμανοί θα αξιοποιούσαν τη διάσπαση για την κατασκευή ατομικών όπλων. Έπεισαν έτσι και τον Einstein που ήταν τότε ο σημαντικότερος εν ζωή φυσικός, να συνυπογράψει μία επιστολή στον πρόεδρο των ΗΠΑ, με την οποία θα εξηγούνταν οι πιθανές επιπτώσεις από την αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας για πολεμικούς σκοπούς και ο κίνδυνος να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα πρώτος ο στρατιωτικός μηχανισμός του γερμανικού ναζιστικού καθεστώτος.

Αν και η αμερικάνικη κυβέρνηση συμφώνησε να προωθηθεί το σχέδιο για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, οι οργανωτικές και τεχνικές εργασίες προχωρούσαν αργά, μέχρι που το καλοκαίρι του 1941, δυόμισι χρόνια μετά την ενημέρωση από τον Bohr, έφτασαν από την Αγγλία οι υπολογισμοί των Otto Frisch και Fritz Peierls, οι οποίοι αποδείκνυαν ότι η εκρηκτική δύναμη της διάσπασης μιας μικρής ποσότητας του ισοτόπου ουρανίου, U-235, αντιστοιχεί με μερικές χιλιάδες τόνους ΤΝΤ (=τρινιτρο-τολουόλης). Μέχρι την άνοιξη του 1942 έγιναν πολλές συναντήσεις και συνεννοήσεις για τη δυνατότητα και τις απαιτήσεις της κατασκευής ατομικής βόμβας, τόσο ως προς τη φυσική διεργασία, όσο και ως προς τις απαιτούμενες τεχνικές εγκαταστάσεις.

Στο θεωρητικό τομέα προέκυψε, μετά από πολλές συσκέψεις, ότι είναι δυνατή η κατασκευή μίας βόμβας που λειτουργεί με την αρχή της πυρηνικής διάσπασης, και ότι για την εκκίνηση της αλυσωτής αντίδρασης απαιτείται μια κρίσιμη μάζα ραδιενεργού υλικού. Το πρόβλημα που έπρεπε ακόμα να λυθεί ήταν η ελεγχόμενη εκκίνηση της αλυσωτής αντίδρασης. Αυτό ήταν δυνατόν να γίνει, είτε με τη βίαιη συνένωση δύο υποκρίσιμων μαζών U-235 ή με τη συμπίεση μιας υποκρίσιμης μάζας πλουτωνίου, η οποία επιτυγχάνεται με γειτονική έκρηξη συμβατικού εκρηκτικού υλικού.

Ο Edward Teller υπέβαλε μια πιο προχωρημένη πρόταση: Να επενδυθεί η κρίσιμη μάζα με κέλυφος δευτερίου ή τριτίου (ισότοπα του υδρογόνου), ώστε να εξομοιωθεί η λειτουργία καύσης στον πυρήνα των άστρων. Αυτές οι ιδέες θεωρήθηκαν αρχικά πρακτικά ανεφάρμοστες, μετά το β΄ παγκόσμιο πόλεμο υλοποιήθηκαν όμως ως σύντηξη πυρήνων και οδήγησαν στην κατασκευή της λεγόμενης υδρογονοβόμβας.

Το καλοκαίρι του 1942 διαπιστώθηκε μια αύξηση της παραγωγής δευτερίου και τριτίου σε εργοστάσιο της Νορβηγίας, η οποία ήταν υπό γερμανική κατοχή. Αυτό προκάλεσε υποψίες στους Αμερικάνους ερευνητές για την πιθανότητα να προηγηθούν οι Γερμανοί ερευνητές υπό την καθοδήγηση του ναζιστικού καθεστώτος στην κατασκευή της ατομικής βόμβας. Λόγω δε του γεγονότος ότι είχαν απλωθεί στην Αμερική οι συζητήσεις, οι μελέτες και τα πειράματα σε όλη τη χώρα, παρά τα σημαντικά μέτρα μυστικότητας που είχαν ληφθεί, κρίθηκε αναγκαία η συγκέντρωση ανθρώπων και δραστηριοτήτων σε μία ελεγχόμενη περιοχή της χώρας. Έτσι αποφασίστηκε η δημιουργία ενός κέντρου ανάπτυξης της ατομικής βόμβας στο Los Alamos, στην έρημο του Νέου Μεξικού.

Υπό τη γενική διεύθυνση του Οπενχάιμερ δημιουργήθηκε έτσι το ερευνητικό και κατασκευαστικό κέντρο στην έρημο, για το οποίο αξιοποιήθηκαν όλοι σχεδόν οι σχετικοί ερευνητές και τεχνικοί που βρίσκονταν στις ΗΠΑ, έστω και εξ αποστάσεως ως σύμβουλοι. Συνολικά εργάστηκαν για την κατασκευή της ατομικής βόμβας περί τα 100.000 άτομα. Όταν, τελικά, έγινε στις 16 Ιουλίου 1945 η πρώτη δοκιμαστική έκρηξη μιας βόμβας πλουτωνίου στο Alamogordo, κοντά στο Los Alamos, με εκρηκτική ισχύ 21 χιλιάδων τόνων ΤΝΤ, είχε επιτευχθεί ο στόχος του σχεδίου Manhattan και είχε αρχίσει η εποχή των πυρηνικών όπλων στην υφήλιο.

Ο πόλεμος στην Ευρώπη είχε όμως ήδη τελειώσει με τη συνθηκολόγηση των δυνάμεων του άξονα το Μάιο του 1945, οπότε δεν χρειάστηκε να δοκιμαστεί αυτή η νέα βόμβα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Η Ιαπωνία δεν είχε όμως ακόμα συνθηκολογήσει, αν και τυπικά ο πόλεμος είχε λήξει, οπότε η αμερικάνικη κυβέρνηση έκρινε σκόπιμο, χωρίς σοβαρό στρατιωτικό λόγο, να ρίξει στις 6 Αυγούστου 1945 μία βόμβα ουρανίου-235 στη Χιροσίμα και στις 9 Αυγούστου 1945 μία βόμβα πλουτωνίου-239 στο Ναγκασάκι. Προφανέστατα, επρόκειτο για δοκιμή του νέου όπλου σε ζωντανούς στόχους! Αμέσως μετά υποχώρησε το ιαπωνικό καθεστώς αφού πήρε επίσημη διαβεβαίωση από τους Αμερικάνους, όχι ότι δεν θα ρίξουν άλλες ατομικές βόμβες, αλλά ότι θα επιτρέψουν να συνεχιστεί η αυτοκρατορική δυναστεία στην Ιαπωνία, η οποία επιβιώνει μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα.

Οι εκρήξεις των δύο ατομικών βομβών και η ενημέρωση της παγκόσμιας κοινής γνώμης για τις τεράστιες καταστροφές σε ζωές και υλικά μέσα που αυτές προκάλεσαν, οδήγησαν σε ένα προβληματισμό για τις επιπτώσεις της απελευθέρωσης της πυρηνικής ενέργειας που δεν έχει κλείσει ακόμα και δεν φαίνεται να κλείνει και τις επόμενες δεκαετίες. Πολλοί από τους πρωταγωνιστές αυτού του έργου άρχισαν να μετανοιώνουν για τα αποτελέσματα των εργασιών τους. Ο Οπενχάιμερ έπεσε σε κατάθλιψη και δήλωσε δημόσια «Έγινα ο θάνατος, ο καταστροφέας του κόσμου». στη συνέχεια μετατράπηκε σε φιλειρηνιστή και δεν δέχθηκε να συμμετάσχει στην ανάπτυξη της υδρογονο-βόμβας. Το στρατιωτικό κατεστημένο των ΗΠΑ θεώρησε τον Οπενχάιμερ επικίνδυνο για την κρατική ασφάλεια, δεδομένου ότι είχε αρχίσει ο «ψυχρός πόλεμος» με τα κομμουνιστικά κράτη, τα οποία ενδιαφέρονταν να πληροφορηθούν τεχνολογικά μυστικά για την κατασκευή

Η δήλωση του Oppenheimer για το
καταστροφικό του έργο.
δικών τους πυρηνικών όπλων. Το έτος 1954, την εποχή του μακαρθισμού στις ΗΠΑ, δόθηκε εντολή να διακοπεί κάθε σχέση του Οπενχάιμερ με κυβερνητικά έργα στρατιωτικού χαρακτήρα.

Στο γερμανόφωνο χώρο συζητήθηκε μετά τον πόλεμο με δραστικές διατυπώσεις η συμβολή Γερμανών ερευνητών στις προσπάθειες για την κατασκευή ατομικής βόμβας, με την οποία το ναζιστικό καθεστώς θα σταθεροποιούσε τη θέση και την εγκληματική πολιτική του στην Ευρώπη και τον κόσμο. Ο Χάιζενμπεργκ, δεν μπόρεσε να δικαιολογήσει ποτέ την «απάθειά» του, όταν διέφευγαν στην αυτοεξορία, μπροστά στον κίνδυνο να εξοντωθούν, ο Einstein, ο Schroedinger, η Meitner και άλλοι νεότεροι σημαντικοί ερευνητές, μερικοί από τους οποίους ήταν συνεργάτες και μαθητές του. Ο Χάιζενμπεργκ δεν ήταν ένας απλός δημόσιος υπάλληλος, αλλά ήδη ένας διάσημος ερευνητής, κάτοχος του βραβείου Νόμπελ από το έτος 1932 και, αν δεν ήταν ο ίδιος υπερσυντηρητικός στη νοοτροπία και στις αντιλήψεις, θα μπορούσε να είχε δείξει την έντονη διαφωνία του με τις πρακτικές της εξόντωσης για πολιτικούς και ρατσιστικούς λόγους.

Φυσικά, κανείς δεν κατηγόρησε τον Χάιζενμπεργκ ποτέ για συμπάθεια προς το ναζιστικό καθεστώς, το οποίο μάλιστα του επέρριπτε ευθύνες ότι μάζευε γύρω του «Εβραίους» ερευνητές και γι' αυτό τού αρνήθηκε μία πανεπιστημιακή έδρα στο Μόναχο. Σίγουρα, όμως, ο Χάιζενμπεργκ δεν αντιτάχθηκε ποτέ και ανάλογα με το ανάστημα και το κύρος του στην προσπάθεια του ναζιστικού καθεστώτος και πολλών συνοδοιπόρων και συνεταίρων να «καθαρίσουν» την κβαντική φυσική από την «εβραϊκή υπονόμευση». Επίσης, ο Χάιζενμπεργκ δεν έδωσε ποτέ επαρκείς εξηγήσεις για τους λόγους που συνεργάστηκε στο σχέδιο ανάπτυξης ναζιστικών πυρηνικών όπλων. Ο ίδιος και η σύζυγός του ήταν παιδιά πανεπιστημιακών καθηγητών, άρα είχαν την απαραίτητη οικογενειακή παιδεία για να αντιληφθούν τη σημασία κάθε ενέργειας ή παράληψης στη ζωής τους. Έτσι, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ο συγκεκριμένος ερευνητής επέδειξε, όπως και πολλοί άλλοι εξ άλλου, στην καλύτερη περίπτωση για την υστεροφημία του, υπερβάλλοντα καιροσκοπισμό.

Ο Χάιζενμπεργκ, αναμφισβήτητα ένας από τους μεγαλύτερους φυσικούς του 20ου αιώνα, ανέπτυξε στη μεταπολεμική Γερμανία δραστηριότητες υπερσυντηρητικές και εθνικιστικές, επεκτεινόμενος ταυτόχρονα και σε θρησκόληπτες φιλοσοφικές θεωρήσεις. Κάποια εποχή δε, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όταν είχε αρχίσει η εξέγερση των φοιτητών στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια για την ανανέωση της εκπαίδευσης και της κοινωνίας (Μάης 1968 κ.ά.), δήλωνε ο Χάιζενμπεργκ ότι οι φοιτητικές κινητοποιήσεις τού θύμιζαν τις ενέργειες της παλιάς ναζιστικής νεολαίας, για τις οποίες όμως δεν είχε πει ποτέ δημόσια κάτι αρνητικό, την εποχή που έπρεπε και όταν θα είχε σημασία η γνώμη του...

Ο Carl Friedrich von Weizsaecker (Βαϊτσζέκερ), έτερος σημαντικός εταίρος στη γερμανική ομάδα για δημιουργία ναζιστικών πυρηνικών όπλων, ο οποίος είχε υποβάλει κατά τη διάρκεια του β' παγκόσμιου πολέμου και εισηγήσεις στις ναζιστικές στρατιωτικές αρχές για την κατασκευή βόμβας πλουτωνίου, δικαιολογήθηκε μεταπολεμικά ότι απέβλεπε στην άσκηση επιρροής σε στρατιωτικό επίπεδο και στη μεταστροφή του καθεστώτος προς «δημοκρατική κατεύθυνση»! Η καταγωγή του Βαϊτσζέκερ από μία παλαιά αριστοκρατική οικογένεια (ο ίδιος έχει στο όνομά του τον τίτλο Freiherr = Βαρώνος) και η ανατροφή του σε οικογενειακό περιβάλλον πολλών πανεπιστημιακών καθηγητών, έπρεπε να αποτελεί επαρκές εχέγγυο για πνευματική και οικονομική ανεξαρτησία απέναντι στο εγκληματικό χιτλερικό καθεστώς.

Ο Βαϊτσζέκερ αντικατέστησε όμως την προσωπική ευθύνη τού επιστήμονα με υπερφυσικές πρόνοιες και θεώρησε, μετά τον πόλεμο, ότι μόνο «η χάρις του θεού έσωσε τον κόσμο από τον κίνδυνο να αποκτήσουν οι Ναζί πυρηνικά όπλα». πρόκειται προφανώς για τον βολικό σε τέτοιες περιπτώσεις από μηχανής θεό, ο οποίος αφενός γλύτωσε τον ίδιο τον Βαϊτσζέκερ από τον «κίνδυνο» να γίνει (και) αυτός δήμιος του κόσμου, αφετέρου του εξασφάλισε την απαλλαγή από τις ηθικές ευθύνες για όλες τις ενέργειες και παραλήψεις του. Από το έτος 1957 ανέλαβε ο κατά τα άλλα πολύ σημαντικός αυτός επιστήμονας (περιέγραψε μαζί με τον Hans Bethe τις πυρηνικές διεργασίες στον ήλιο και τα άστρα του σύμπαντος), μία έδρα φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου, όπου επιδόθηκε σε ηθικοπλαστικά και φιλειρηνικά μηνύματα με θρησκευτικό στίγμα, ενώ παράλληλα ήταν μέλος του προεδρείου της γερμανικής Ένωσης Ευαγγελικών Εκκλησιών. Ζει ακόμα, περίπου 95 ετών τώρα, στη βόρεια Γερμανία.



Το έτος 1955 υπογράφηκε και κυκλοφόρησε στο Λονδίνο το «μανιφέστο Russell-Einstein», το οποίο ενημέρωνε την κοινή γνώμη για τη σημασία και τις επιπτώσεις των πυρηνικών όπλων στον ανθρώπινο πολιτισμό. Μαζί με τους δύο αυτούς επιφανείς επιστήμονες υπέγραψαν το μανιφέστο και οι Max Born, Percy Williams Bridgman, Leopold Infeld, Frederic Joliot-Curie, Hermann Joseph Muller, Linus Carl Pauling, Cecil Powell, Jozef Rotblat, Hideki Yukawa, οι οποίοι πήραν μέρος, μαζί με άλλους, στη «Σύσκεψη ειρήνης και αφοπλισμού του Pugwash». Ο Χάιζενμπεργκ και ο Βαϊτσζέκερ απουσίαζαν προφανώς από αυτή τη σύσκεψη... (Stelios Frangopoulos, Στέλιος Φραγκόπουλος)